«Σα να στέλνουμε τις μέλισσες σε πόλεμο»: Η θανάσιμη αλήθεια πίσω από το γάλα αμυγδάλου
Πώς η παγκόσμια εμμονή για γάλα αμυγδάλου σκοτώνει τις μέλισσες
Τα τελευταία πέντε χρόνια, η κατανάλωση γάλακτος αμυγδάλου έχει εκτιναχθεί στα ύψη και, μόνο στις ΗΠΑ, η ζήτηση έχει αυξηθεί κατά 250%, σύμφωνα με την εταιρεία Nielsen.
Με λιγότερες θερμίδες, η εναλλακτική, vegan πρόταση απέναντι στο ζωικό γάλα γεμίζει τα ψυγεία των σούπερ μάρκετ και είναι διαθέσιμη στα μενού των καφετεριών. Όμως συνοδεύεται από ένα ένα βαρύ, θανάσιμο κόστος για τις μέλισσες, που παίζουν τόσο κρίσιμο ρόλο στην παγκόσμια τροφική αλυσίδα.
Σύμφωνα με μια πρόσφατη μελέτη που παρουσίασε ο Guardian, οι παραγγελίες τεράστιων ποσοτήτων αμυγδάλου για την παραγωγή του ροφήματος που κατ’ ευφημισμόν αποκαλείται γάλα, θέτουν σε τεράστια πίεση τους πληθυσμούς των μελισσών που επικονιάζουν τις αμυγδαλιές, με αποτέλεσμα τον θάνατο δισεκατομμυρίων εντόμων μέσα σε μόνο λίγους μήνες.
Η Bayer, που εξαγόρασε την Monsanto, αρνείται την σύνδεση του Round Up με το λέμφωμα, αλλά έχουν καταγραφεί δεκάδες χιλιάδες περιπτώσεις, για τις οποίες η εταιρεία ετοιμάζεται να έρθει σε συμβιβασμό δισεκατομμυρίων δολαρίων με τους ασθενείς και τις οικογένειες των νεκρών.
Το μεγαλύτερο πρόβλημα για τις μέλισσες εντοπίζεται στην Καλιφόρνια, στην Κεντρική Κοιλάδα, που αποδίδει το 80% της παγκόσμιας παραγωγής αμυγδάλου. Η αγορά γνωρίζει ανάπτυξη και ο τζίρος αγγίζει τα 11 δισεκατομμύρια δολάρια. Το 2000, αμυγδαλιές κάλυπταν 500.000 εκτάρια στην περιοχή, αλλά ως το 2018 η έκταση αυτή είχε διπλασιαστεί, αποδίδοντας ένα εκατομμύριο τόνους αμυγδάλων σε ετήσια βάση. Ο μέσος Αμερικανός καταναλώνει περίπου 900 γραμμάρια αμυγδάλων κάθε χρόνο – περισσότερα από τον μέσο πολίτη οποιασδήποτε άλλης χώρας.
Η επικονίαση των δέντρων αυτών είναι εξαιρετικά απαιτητική για τις μέλισσες, καθώς αναγκάζονται να βγουν από τα μελίσσια τους μέσα στον χειμώνα, έως και δύο μήνες νωρίτερα από ότι συνηθίζουν υπό άλλες συνθήκες. Αυτή την εποχή, οι περισσότερες μέλισσες παραμένουν συσπειρωμένες στις κυψέλες τους, καταναλώνοντας τροφή και κάνοντας ελαφρές κινήσεις, εξασφαλίζοντας θερμοκρασία 32 βαθμών Κελσίου, που κρατά ζεστή τη βασίλισσά τους.
«Η αυλή μου είναι γεμάτη με άδεια μελίσσια, που κάποτε φιλοξενούσαν υγιείς πληθυσμούς μελισσών, λέει ο Ντένις Αρπ, ένας μελισσοκόμος που, όπως και πολύ συνάδελφοί του, εξασφαλίζουν σχεδόν το μισό εισόδημά τους από την ενοικίαση των μελισσών τους για την επικονίαση αμυγδαλιών.
Στη δεκαετία του 1980, ο Αρπ πουλούσε απλώς μέλι και έχανε το πολύ το 5% των μελισσών του σε ετήσια βάση, εξαιτίας ασθενειών ή ακραίων καιρικών συνθηκών. Στις αρχές του 2000, ο Αρπ άρχισε να χάνει μέλισσες σε πολύ μεγαλύτερο ποσοστό και τώρα πεθαίνει περίπου το 30% κάθε χρόνο. Όμως η πώληση μελιού έχει πολύ μικρότερο περιθώριο κέρδους, από την ενοικίαση των αποικιών του στις μεγα-φάρμες της Καλιφόρνιας. Καθώς ο χειμώνας πλησιάζει, οι μέλισσες του αρχίζουν να αρρωσταίνουν.
Μόνο τον χειμώνα του 2018-2019, εκτιμάται πως στην περιοχή πέθαναν περίπου 50 δισεκατομμύρια μέλισσες. Αυτό είναι πάνω από το ένα τρίτο των ελεγχόμενων αποικιών στις ΗΠΑ και ο μεγαλύτερος αριθμός που έχει καταγραφεί από τα μέσα της δεκαετίας του 2000 που ξεκίνησαν οι μετρήσεις. Οι μέλισσες ευημερούν σε οικοσυστήματα μεγάλης βιοποικιλότητας, αλλά η παραγωγή αμυγδάλου στην Καλιφόρνια τους επιβάλει ένα επικίνδυνο καθεστώς μονο-καλλιέργειας.
«Το μεγάλο ποσοστό θνησιμότητας δημιουργεί ένα θλιβερό μοντέλο εργασίας για τους μελισσοκόμους», λέει ο Νέιτ Ντόουνλι, επιστήμονας του κέντρο Βιολογική Ποικιλομορφίας. «Είναι σα να στέλνουμε τις μέλισσες στον πόλεμο. Πολλές δεν επιστρέφουν πίσω».
Πέρα όμως από το κόστος για τις μέλισσες, οι αμυγδαλιές απαιτούν και τεράστιες ποσότητες νερού, που για κάποιες Πολιτείες αποτελεί πρόβλημα. Όπως παρατηρούσαν πριν μερικά χρόνια οι επιστημονικοί συνεργάτες του οικολογικού περιοδικού Mother Jones, για την δημιουργία ενός και μόνο αμυγδάλου απαιτούνται περίπου 3,87 λίτρα νερού.